Τα οθωμανικά λουτρά, τα γνωστά
χαμάμ, είχαν την τύχη που είχαν σχεδόν όλα τα σημαντικά κτίσματα που άφησε πίσω
της η Οθωμανική αυτοκρατορία στον ελλαδικό χώρο. Στάβλοι, καφενεία,
ζαχαροπλαστεία και ότι μπορεί να φανταστεί κανείς αντικατέστησαν τη χρήση
τζαμιών, λουτρών, βιβλιοθηκών. Αυτά στην καλύτερη περίπτωση, γιατί υπήρξαν και
περιπτώσεις ολοκληρωτικής καταστροφής όχι μόνο από την φθορά του χρόνου. Τα
Γιάννενα δε θα μπορούσαν να μείνουν απ’ έξω από αυτή την ιστορία. Τζαμί στη
Καλούτσιανη, στο Πνευματικό κέντρο, στο χώρο της νυν Ακαδημίας…τα οθωμανικά
λουτρά στο κάστρο. Για να μην είμαστε άδικοι βέβαια υπάρχουν και οι εξαιρέσεις όπως των δύο τζαμιών του Κάστρου.
Όποιος έχει βιώσει την διαδικασία
ενός χαμάμ, όχι σε κάποιο ξενοδοχείο, αλλά στην Ανδριανούπολη, στην
Κωνσταντινούπολη, στη Βουδαπέστη, αλλά και σε πολλές πόλεις της πρώην
Γιουγκοσλαβίας, μπορεί να αντιληφθεί τι χάνουμε τόσα χρόνια στα Γιάννενα. Κρίμα
που δε ζήσαμε την ζωντάνια αυτής της κοινής παρουσίας χριστιανών, μουσουλμάνων
και εβραίων στη μικρή μας πόλης.
Ο Δήμος στα Γιάννενα αποφάσισε τα
οθωμανικά λουτρά να γίνουν μουσείο. Ναι μουσείο. Δεν έχει και ιδιαίτερες
δυσκολίες εξάλλου. Απορροφάς τα χρήματα του ΕΣΠΑ και τελειώνεις. Κρίμα γιατί
φαίνεται πως χάνεται η ευκαιρία. Ίσως επειδή δεν υπάρχει φαντασία, ίσως επειδή
τα δύσκολα δημιουργούν και αποστροφή. Εξάλλου τα δύσκολα θέλουν και
μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.
Υποστήριξα και υποστηρίζω με
ιδιαίτερη θέρμη πως τα λουτρά πρέπει να λειτουργήσουν ως λουτρά. Είναι χώροι
που μπορούν να επιτελέσουν πολλαπλό ρόλο. Είναι έντονα κοινωνικοί χώροι,
αναβιώνουν στη πράξη τη συλλογική και ιστορική μνήμη του τόπου, αναβαθμίζουν
σημαντικά το τουριστικό προϊόν της πόλης, δημιουργούν έσοδα για το Δήμο.
Ο Δήμος θεωρεί πως ένα πάρκο
πολιτισμού πρέπει να απαρτίζεται μόνο από μουσεία, ο πολιτισμός όμως είναι πολυδιάστατη έννοια και απαιτεί και ζωντανούς χώρους.
Και για κλείσιμο….
Το τελετουργικό ενός χαμάμ μέσα από τα... παιδικά μάτια του στιχουργού
Ασημάκη Πανσέληνου στη Λέσβο...
«...Ήταν στη ζωή των ανθρώπων στα μέρη μας υπόθεση με πλατύ
κοινωνικοπνευματικό χαρακτήρα, κι είχε πάρει στην πράξη μορφή τελετουργική. Οι
κυράδες δίναν εκεί ραντεβού με τις φίλες τους, και ειδοποιούσαν πρωτύτερα τις
χαμαμτζούδες να τους κρατήσουν ένα καμαράκι-να πούμε το αποδυτήριο.
Στην ώρα τους προπορευόταν οι παρακόρες, κρατώντας μποξάδες με
ασπρόρουχα καθαρά- νταντέλα και κέντημα- και μπουρνούζια και καλαθούνες με
φαγητά, μεζελίκια, μπουρέκια, γλυκά να τρέχουν τα σάλια σου. Ακολουθούσαν
κατόπι οι κυράδες με τις κόρες τους και τα αγόρια τα πριν από την ήβη, και
πιάνανε, καθεμιά, έναν από τους δύο αντικρυστούς καναπέδες που είχε το κάθε
καμαρίνι, στρωμένους κιόλας από τις υπηρέτριες.
Κάθε χαμάμ είχε τρεις θαλάμους. Στον πρώτο, το δροσερότερο, έμπαινες για να συνηθίσεις στη ζέστη. Στο δεύτερο που ήταν ζεστός αρκετά, έμπαινες και περίμενες ώσπου να ιδρώσεις. Κι όταν πια έτρεχε ο ιδρώτας από όλο το σώμα σου και από τις βλεφαρίδες, περνούσες στον τρίτο (φωτιά και λόχη) θάλαμο, που ήταν ο τρίτος κύκλος της κόλασης - κανένα παιδί δεν τον ήθελε.
Ξαπλωμένος στα μάρμαρα τα καυτά, πλάι σε μία γούρνα μαρμάρινη, έπρεπε να αφεθείς στα χέρια μιας ειδικής Τουρκάλας χαμαμτζούς, που με ερωτική σχεδόν δεξιοτεχνία σε έτριβε από την κορφή ως τα νύχια, ίσαμε να φύγει από πάνω σου κάθε ακαθαρσία, τα νεκρά κύτταρα από το δέρμα σου κι ένα μέρος από τα ζωντανά, με μορφή μανέστρας.
Επακολουθούσαν τρία σαπουνίσματα στο κεφάλι, από την ίδια Τουρκάλα, στο όνομα της Αγίας Τριάδας κι άλλα τρία στο σώμα, και σε όλο αυτό το διάστημα οξύτατη κοινωνική κριτική της γειτονιάς και του κόσμου, κλάματα από τα παιδιά που καίγαν τα μάτια τους από το σαπούνι και συμμαζωμένες προσπάθειες από τις κοπελούδες, όταν ξέφευγε από τη μέση τους το παραπέτασμα της σεμνότητας, να κρύψουν τις πλαστικές τους διαφορές από τα αρσενικά αδέρφια και γειτονόπουλα».
Κάθε χαμάμ είχε τρεις θαλάμους. Στον πρώτο, το δροσερότερο, έμπαινες για να συνηθίσεις στη ζέστη. Στο δεύτερο που ήταν ζεστός αρκετά, έμπαινες και περίμενες ώσπου να ιδρώσεις. Κι όταν πια έτρεχε ο ιδρώτας από όλο το σώμα σου και από τις βλεφαρίδες, περνούσες στον τρίτο (φωτιά και λόχη) θάλαμο, που ήταν ο τρίτος κύκλος της κόλασης - κανένα παιδί δεν τον ήθελε.
Ξαπλωμένος στα μάρμαρα τα καυτά, πλάι σε μία γούρνα μαρμάρινη, έπρεπε να αφεθείς στα χέρια μιας ειδικής Τουρκάλας χαμαμτζούς, που με ερωτική σχεδόν δεξιοτεχνία σε έτριβε από την κορφή ως τα νύχια, ίσαμε να φύγει από πάνω σου κάθε ακαθαρσία, τα νεκρά κύτταρα από το δέρμα σου κι ένα μέρος από τα ζωντανά, με μορφή μανέστρας.
Επακολουθούσαν τρία σαπουνίσματα στο κεφάλι, από την ίδια Τουρκάλα, στο όνομα της Αγίας Τριάδας κι άλλα τρία στο σώμα, και σε όλο αυτό το διάστημα οξύτατη κοινωνική κριτική της γειτονιάς και του κόσμου, κλάματα από τα παιδιά που καίγαν τα μάτια τους από το σαπούνι και συμμαζωμένες προσπάθειες από τις κοπελούδες, όταν ξέφευγε από τη μέση τους το παραπέτασμα της σεμνότητας, να κρύψουν τις πλαστικές τους διαφορές από τα αρσενικά αδέρφια και γειτονόπουλα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου