Παρασκευή, Οκτωβρίου 05, 2018

Νέο Δημόσιο κολυμβητήριο μέσα σε 3 χρόνια. Πως και γιατί. Το παράδειγμα του ΠΕΑΚΙ.

Είναι σημαντικό στα δημόσια πράγματα να συζητάμε το πως και το γιατί. Το κλισέ δεν είμαστε όλοι ίδιοι πρέπει να αιτιολογείται ακόμα και όταν είναι εμφανές. Η διαφορά θεώρησης του δημόσιου χώρου, της δημόσιας περιουσίας, της κάλυψης των αναγκών των πολλών πρέπει να είναι θέμα του δημόσιου διαλόγου. Το παράδειγμα του ΠΕΑΚΙ τη τελευταία τριετία προφανώς και συζητείται έντονα στη πόλη. Όχι άδικα. Η απαξίωση των δημόσιων αθλητικών εγκαταστάσεων στη πόλη είτε έγινε με υπαιτιότητα είτε από ανικανότητα, κάποιοι φυσικά μπορούν να υποστηρίζουν ότι δεν υπήρξε απαξίωση. Η ανάγκη άθλησης δεν χρειάζεται επεξήγηση. Όπως δεν χρειάζεται επεξήγηση η ανάγκη πρόσβασης σε αξιοπρεπείς υπηρεσίες υγείας.

Το πλέον κραυγαλέο παράδειγμα αποτελεί το κολυμβητήριο της Λιμνοπούλας. Για να μην έχουμε κοντή μνήμη, πρόκειται για το ίδιο κολυμβητήριο που τον Ιούνιο του 2012 πάθαινε μπλακ άουτ από την απλήρωτη ΔΕΗ, που για χρόνια δεν ήταν δεδομένη η κάλυψή του σε πετρέλαιο, που η θερμοκρασία των 25ο C στη μεγάλη πισίνα ήταν άπιαστο όνειρο, που φεύγανε πάνελ από την οροφή, που «φύσαγε πολύ από το σπασμένα του τα τζάμια» (πλέξιγκλας για την ακρίβεια), που θύμιζαν τα αποδυτήριά του σκηνικό θρίλερ σε διαδρόμους σανατορίου του 80’, που οι εξωτερικοί του χώροι ήταν μέσα στις λάσπες και στις λακούβες, που οι κολώνες του ήταν έτοιμες να κοπούν, που το 2007 αλλά και το 2010 υπήρξαν ζητήματα με το χλώριο.

Από την πρώτη μέρα η Διοίκηση κινήθηκε με προτεραιότητες, σχεδιασμό και όραμα.

  • Ασφαλή εγκατάσταση
  • Συντήρηση
  • Αναβάθμιση 
  • Εκσυγχρονισμός.

Σχεδιασμός για :
  • Τον αθλητισμό για όλους
  • Για την πρόσβαση στην εγκατάσταση των αδυνάμων 
  • Για την εγκατάσταση της επόμενης δεκαετίας.
Χωρίς να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας γνωρίζαμε ότι η οικονομική δραστηριότητα που είχε συντελεστεί στο κολυμβητήριο τις προηγούμενες δεκαετίες, με τις πλάτες του ελληνικού δημοσίου ξέφευγε από κάθε λογική. Τις καλές εποχές της εγκατάστασης (όταν αυτή ήταν μονοπωλιακού χαρακτήρα) ο τζίρος της εγκατάστασης ξεπερνούσε τις €500.000! Μια εγκατάσταση με πάνω από 1.000 κολυμβητές με εκάστη μηνιαία συνδρομή γύρω στα €40 (που εισέπρατταν τα σωματεία) αρκεί σαν δεδομένο σε όλους για έναν απλό πολλαπλασιασμό. Για ολόκληρες δεκαετίες μεγάλο ποσοστό στην ουσία επιχειρήσεων, και όχι αθλητικών σωματείων, με μηδενικό επιχειρηματικό ρίσκο και χωρίς κανένα αντίτιμο προς την δημόσια εγκατάσταση, δραστηριοποιούνταν στο κολυμβητήριο. Ένα «σωματείο» για να καταστεί σύλλογος με ενεργή βάση μελών, μη κερδοσκοπικός κ.λ.π. η εμπειρία έχει δείξει πως έχει πολύ δρόμο.

Κανένα μεμπτό με αυτό, απλά το δημόσιο οφείλει να μιλά με άλλους όρους όταν τα πράγματα είναι έτσι αλλά και να βρίσκει τον τρόπο να προάγει την λειτουργία των αμιγώς ερασιτεχνικών σωματείων που δεν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Κ είναι έτσι σε όλη την Ελλάδα, όχι μόνο στα Γιάννενα. Όποιος θέλει να είναι επιχειρηματίας, αναλαμβάνει και επιχειρηματικό ρίσκο, και μάλιστα μεγάλο όπως ήδη 2 αθλητικές επιχειρήσεις έχουν κάνει στην περιοχή μας με ιδιωτικές πισίνες. Η προάσπιση του υγειούς σωματειακού αθλητισμού καθώς και του πρωταθλητισμού ήταν και είναι μια δύσκολη εξίσωση σε ένα πολυκερματισμένο σωματειακό τοπίο στην πόλη μας. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που αντί να ενώνουν δυνάμεις τα κολυμβητικά σωματεία της πόλης μας κάθε χρόνο δημιουργούνται και νέα. Για αυτό και τα €5 που πληρώνουν από πέρυσι οι χρήστες αφαιρέθηκαν από τα έσοδα των σωματείων. Δηλαδή συντελείται μεταβίβαση εσόδων από τα σωματεία προς το ΠΕΑΚΙ. Κάποιοι βιάστηκαν να το ονομάσουν χαράτσι, χωρίς ουδέποτε να έχουν κάνει στοιχειώδες ρεπορτάζ για την οικονομική δραστηριότητα που συντελείται δεκαετίες στο κολυμβητήριο, χωρίς να καυτηριάσουν ποτέ τις μηνιαίες συνδρομές των γονιών για την άθληση των παιδιών τους. Για αυτό εξάλλου τα 5€ δεν τα πληρώνουν όσοι οι γονείς τους είναι δικαιούχοι ΚΕΑ αλλά ούτε και όσοι αθλητές έχουν διακριθεί και κάνουν πρωταθλητισμό.

Από την πρώτη στιγμή, βασική αρχή μας ήταν ότι η εγκατάσταση πρέπει να πάψει να είναι μια εγκατάσταση «σκαντζόχοιρος», η οποία στην ουσία απέκλειε τον απλό πολίτη που ήθελε να κολυμπήσει και δεν ήθελε ή δε μπορούσε οικονομικά να είναι μέλος σωματείου. Το φθινόπωρο του 2015 οι μηνιαίες ώρες κοινού ήταν 88 και απαγορευτικές προς χρήση, ενώ φέτος ξεπερνάνε τις 225 και για πρώτη φορά η εγκατάσταση ανοίγει από το πρωί και όλες τις μέρες για το κοινό.

Λύθηκαν όλα τα σημαντικά και χρονίζοντα ζητήματα, η θερμοκρασία πισίνας κ χωρων, η θεμελίωση και ενίσχυση των μεταλλικών κολώνων, ένα μεγάλο μέρος των πάνελ οροφής άλλαξε, μπήκε καινούργιο και αυτοματοποιημένο σύστημα χλωρίωσης, νέες κολυμβητικές διαδρομές, ερμάρια προπονητών, για πρώτη φορά πλήρης ηχητική εγκατάσταση, ηλεκτρονικό θερμόμετρο πισίνας σε κοινή θέα, νέα πλευρικά αλουμίνια αλλά και αλλαγή όλων των κουφωμάτων της εγκατάστασης, τέρματα πόλο, για πρώτη φορά σύγχρονος real time video φωτεινός πίνακα, ηλεκτρονικές πλάκες αφής, ασφαλτόστρωση του parking, πολλές μικρότερες παρεμβάσεις και φυσικά η πρόσφατη και εμβληματική πλήρης ανακατασκευή των αποδυτηρίων.

Από τις πιο σημαντικές συνεργασίες αυτή με τη ΓΓΑ και το Υπουργείο Παιδείας για την επιτυχία του προγράμματος κολύμβησης των παιδιών των δημοτικών σχολείων σε ένα από πιο πρωτοποριακά προγράμματα που έτρεξαν στο κολυμβητήριο χρόνια τώρα.

Προφανώς και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις ίσως βλέπουν ανταγωνιστικά την βελτίωση των δημόσιων εγκαταστάσεων, όπως όμως έχουμε δηλώσει πολλές φορές στόχος δεν είναι ποια εγκατάσταση θα κερδίσει μεγαλύτερο «μερίδιο αγοράς». Τουλάχιστον εμείς δεν το βλέπουμε έτσι και πιστεύουμε ότι οι συνέργειες που πρέπει να αναπτυχθούν πρέπει να οδηγήσουν ακόμη περισσότερο κόσμο στον αθλητισμό. Να μην επαρκούν στο λεκανοπέδιο ούτε 2 ακόμα νέα κολυμβητήρια.

Το παράδειγμα του κολυμβητηρίου του ΠΕΑΚΙ αποτελεί ήδη οδηγό και για άλλες εγκαταστάσεις της ΓΓΑ όπως στην Πάτρα, στο Ηράκλειο και τη Θεσσαλονίκη.
  • Ίσες αποστάσεις από όλους και κανόνες. Συμβάσεις παραχώρησης των διαδρομών με τα σωματεία, κανόνες λειτουργίας της εγκατάστασης, αντικειμενικό σύστημα κατανομής των διαδρομών
  • Μεταβίβαση των ωφελειών από την οικονομική δραστηριότητα που συντελείται από τα σωματεία προς την εγκατάσταση 
  • Άσκηση κοινωνικής πολιτικής με δωρεάν είσοδο σε ανέργους, ΑΜΕΑ, κληρωτούς στρατιώτες, ειδική τιμολογιακή πολιτική σε φοιτητές πολύτεκνους και για πρώτη φορά εκπτωτική πολιτική σε συστηματικούς χρήστες με μηνιαίες και ετήσιες εκπτωτικές κάρτες.
Το όραμα που τέθηκε από την αρχή τηρείται με ευλάβεια. Στόχος ήταν η κορυφή ακόμα και όταν πέφτανε τα πάνελ. Ναι, μπορεί μια δημόσια αθλητική εγκατάσταση να είναι στολίδι και πρότυπο, ακόμα και όταν κάποιοι επέλεγαν να επιβεβαιώνουν τις κακές γλώσσες για τους δημόσιους υπάλληλους. Προφανώς και ο αλτρουισμός περίσσεψε από κάποια μέλη της Ε.Δ., που αμισθί κάνανε την εγκατάσταση 2ο σπίτι τους, την αγάπησαν και τους αγάπησε. Γιατί αν η Χαρά Δούκα και η Εύη Λώλα δεν ήταν κάθε μέρα από κοντά δεν θα υπήρχε αυτό το αποτέλεσμα. Όπως και η υπέρμετρη διάθεση προσφοράς μέρους του προσωπικού.

Η χρηστή οικονομική διαχείριση προφανώς και ήταν το κλειδί για να πάρει ανάσα ο φορέας. Τόσο από το χρέος του μισού σχεδόν εκατομμυρίου όσο και από την υποχρηματοδότηση σε σχέση με τις ανάγκες.
  • Σεβασμός και στο τελευταίο ευρώ του χρήστη και του φορολογούμενου
  • Άντληση από κάθε πηγή επιπλέον χρημάτων (βλ. χορηγικό πρόγραμμα ΠΕΑΚΙ)
  • Σχεδιασμός και υλοποίηση με στόχο το άριστο
  • Σύγχρονες μορφές διοίκησης
  • Δέσμευση σε ουσιαστικές συνέργειες με την τοπική αυτοδιοίκηση (κάποιοι δυστυχώς μείναν μόνο σε δηλώσεις, δελτία τύπου, και εν τέλει….μετεξεταστέοι) 
  • Αναγνώριση των λαθών, διάλογος και όλα δημόσια.
Όλα! Χωρίς παραγοντισμούς, ψηφοθηρική λογική και αντίληψη ότι η δημόσια διαχείριση είναι σκαλοπάτι πολιτικής καριέρας. Υποστήριξη από τη ΓΓΑ στις πιο δύσκολες οικονομικές συνθήκες σε όλα τα δυνατά επίπεδα, με έναν υπηρεσιακό μηχανισμό δυσκίνητο και όχι ιδιαίτερα βοηθητικό. Με πολιτική ηγεσία, που δε θα το κρύψουμε, άφησε τα απαραίτητα περιθώρια αυτονόμησης και ελευθερίας στη διοίκηση να θέσει προτεραιότητες και να εφαρμόσει πολιτική που τις περισσότερες φορές δημιουργούνταν από τα κάτω. Για αυτό εξάλλου οι καλές πρακτικές και πολιτικές που εφαρμόστηκαν στο ΠΕΑΚΙ αγκαλιάστηκαν από τη ΓΓΑ και άρχισαν να εφαρμόζονται και σε άλλα ΕΑΚ. Φυσικά για όλα τα παραπάνω υπήρχε η ομάδα ανθρώπων που διψούσε ώστε να εφαρμόσει πράγματα που θεωρούσε αυτονόητα για χρόνια. Άνθρωποι του αθλητισμού, καθηγητές φυσικής αγωγής, μηχανικοί, δικηγόροι, οικονομολόγοι.

Και σε όλα αυτά ο σχεδιασμός για το μέλλον, με το ΠΕΑΚΙ να είναι ο μοναδικός φορέας της ΓΓΑ που υπέβαλλε πρόταση ενεργειακής αναβάθμισης του κολυμβητηρίου στο ΕΣΠΑ διεκδικώντας με σημαντικές προοπτικές πάνω από €1.500.000 για ένα από τα πιο σύγχρονα κολυμβητήρια της χώρας.

Μπορεί να μείναμε στο παράδειγμα του κολυμβητηρίου γιατί εν πολλοίς συμπεριλαμβάνει σε μεγάλη κλίμακα του τι έγινε στο ΠΕΑΚΙ 3 χρόνια τώρα. Δεν αρκεί μόνο το τι έγινε καλά αλλά και το τι δεν έγινε. Για αυτό είναι απαραίτητη και η δημόσια αντιπαράθεση αλλά και οι διαφορετικές πολιτικές τοποθετήσεις. Για το εάν το ΠΕΑΚΙ πρέπει να υπάγεται στη ΓΓΑ ή να περάσει στην τοπική αυτοδιοίκηση, για το εάν πρέπει να είναι δημόσιο ή αν την ανάγκη άθλησης την καλύπτουν καλύτερα οι ιδιώτες κ.λ.π. Όλα αυτά όμως χωρίς φωνασκίες και ιδεοληψίες, με προτάσεις και τρόπους υλοποίησης, με γνώση με ποιους πας μαζί και ποιους αφήνεις πίσω αλλά και του ότι, εντέλλει, δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Τελικά το δημόσιο, όταν δεν είναι απλά κρατικό αλλά καταφέρνει να γίνεται ουσιαστικά δημόσιο, μια χαρά δουλεύει. Για αυτό ας κάνουμε το ΠΕΑΚΙ ακόμα πιο δημόσιο, πιο λειτουργικό και κτήμα όλης της κοινωνίας.